Greek Meaning of maty
χαλάκι
Other Greek words related to χαλάκι
Nearest Words of maty
- matweed => Καλαμάκι
- matutine => αργοπορημένες
- matutinary => πρωινός
- matutinal => πρωινός
- maturity-onset diabetes mellitus => Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
- maturity-onset diabetes => σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
- maturity date => ημερομηνία λήξης
- maturity => ωριμότητα
- maturing => ώριμος
- maturescent => ώριμος
Definitions and Meaning of maty in English
maty (n.)
A native house servant in India.
FAQs About the word maty
χαλάκι
A native house servant in India.
μισό,αγώνας,σύντροφος,συνάδελφος,ομοιότητα,δίδυμος,αναλογικό,αναλογικό,Αντίγραφο με άνθρακα,Συντονίζω
αντίθεση,αντίθετος,συζητώ,αντίθετο,αντίστροφο,Αντίποδας
matweed => Καλαμάκι, matutine => αργοπορημένες, matutinary => πρωινός, matutinal => πρωινός, maturity-onset diabetes mellitus => Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2,