Greek Meaning of matutine
αργοπορημένες
Other Greek words related to αργοπορημένες
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of matutine
- matutinary => πρωινός
- matutinal => πρωινός
- maturity-onset diabetes mellitus => Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
- maturity-onset diabetes => σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2
- maturity date => ημερομηνία λήξης
- maturity => ωριμότητα
- maturing => ώριμος
- maturescent => ώριμος
- maturer => πιο ώριμος
- mature-onset diabetes => Σaκχαρώδης διαβήτης τύπου 2
Definitions and Meaning of matutine in English
matutine (a.)
Matutinal.
FAQs About the word matutine
αργοπορημένες
Matutinal.
No synonyms found.
No antonyms found.
matutinary => πρωινός, matutinal => πρωινός, maturity-onset diabetes mellitus => Σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, maturity-onset diabetes => σακχαρώδης διαβήτης τύπου 2, maturity date => ημερομηνία λήξης,