Greek Meaning of maltreater

κακοποιός

Other Greek words related to κακοποιός

Definitions and Meaning of maltreater in English

Wordnet

maltreater (n)

someone who abuses

FAQs About the word maltreater

κακοποιός

someone who abuses

Κακοποίηση,εκφοβιστής,κακοποιώ,Παρακώλυση,πόνος,Κακομεταχείριση,κακοποίηση,τραυματίζω,κακομεταχειρίζομαι,κακομεταχείριση

μωρό,φροντίδα,εκτιμώ,αναθρέφω,θρέφω,ικανοποιώ,χάρη,ικανοποιώ,χιούμορ,κακομαθαίνω

maltreated => κακοποιημένος, maltreat => κακομεταχειρίζομαι, maltreament => Κακοποίηση, maltose => Μαλτόζη, malto => μαλτόζη,