Greek Meaning of make good

επανορθώνω

Other Greek words related to επανορθώνω

Definitions and Meaning of make good in English

Wordnet

make good (v)

act as promised

FAQs About the word make good

επανορθώνω

act as promised

συμμορφώνω (με),εκπληρώνω,κρατάω,συμμορφώνεται με,απάντηση,Επιφέρω,Εκτελώ,ολοκληρωμένο,συμπληρώνω,φτιάχνω

παραβίαση,Σπάω,(από προεπιλογή σε),ξεχάσω,αμέλεια,ελαφρύ,παραβαίνω,αδιαφορία,παραβλέπω,προσπερνώ

make fun => κοροϊδεύω (koroidévo), make full => γεμίζω, make for => κάνω για, make do => τα βγάζω πέρα, make clean => καθαρίζω,