Greek Meaning of maisonette
μεζονέτα
Other Greek words related to μεζονέτα
- διαμέρισμα
- στούντιο
- Μικρό υπνοδωμάτιο με κρεβάτι και καθιστικό
- Διαμέρισμα
- Διαμέρισμα
- Duplex
- αποδοτικότητα
- Μονοκατοικία
- Διπλωματικός
- Ρετιρέ
- στούντιο
- ενοικιαζόμενο διαμέρισμα
- τρίπλεξ
- Περίπατος
- μονόχωρο
- Συμβίωση
- ανασκαφές
- Διαμέρισμα μεζονέτα
- Διαμέρισμα αποδοτικότητας
- επίπεδος
- Διαμέρισμα με κήπο
- Μπαμπουσόσπιτο
- καταλύματα
- Σιδηροδρομική επιφάνεια
- σαλόνι
- σαλόνι
- Γκαρσονιέρα
- σουίτα
- Φτερό
- πολυκατοικία
- ανασκαφές
- γκαλερί
- πολυκατοικία
Nearest Words of maisonette
Definitions and Meaning of maisonette in English
maisonette (n)
a self-contained apartment (usually on two floors) in a larger house and with its own entrance from the outside
a small house
FAQs About the word maisonette
μεζονέτα
a self-contained apartment (usually on two floors) in a larger house and with its own entrance from the outside, a small house
διαμέρισμα,στούντιο,Μικρό υπνοδωμάτιο με κρεβάτι και καθιστικό,Διαμέρισμα,Διαμέρισμα,Duplex,αποδοτικότητα,Μονοκατοικία,Διπλωματικός,Ρετιρέ
No antonyms found.
maiolica => Μαγιόλικα, maioid => μαιοειδής, main-topsail => Πρόστεγο πανί, main-topmast => Παράνταλος, maintop => Μεγάλο άλμπουρο,