Greek Meaning of low-voltage
Χαμηλή τάση
Other Greek words related to Χαμηλή τάση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of low-voltage
- low-toned => χαμηλότονος
- low-thoughted => Μικρόψυχος
- low-tension => χαμηλή τάση
- low-tech => χαμηλής τεχνολογίας
- low-sudsing => Χαμηλής αφρισμού
- low-studded => χαμηλός
- low-spiritedness => καταθλιψη
- low-spirited => καταβεβλημένος
- low-sodium diet => Διατροφή χαμηλής περιεκτικότητας σε νάτριο
- low-set => χαμηλόμισθος
- low-warp-loom => χαμηλής παραμόρφωσης αργαλειός
- low-water mark => στάθμη χαμηλής παλίρροιας
- lox => Καπνιστός σολομός
- loxapine => λοξαπίνη
- loxia => σταυρομύτης
- loxia curvirostra => Σταυρομύτης
- loxitane => L'Occitane
- loxodonta => λοξόδοντα
- loxodonta africana => Αφρικανικός ελέφαντας
- loxodremism => λοξοδρόμιο
Definitions and Meaning of low-voltage in English
low-voltage (a)
subjected to or capable of operating under relative low voltage
FAQs About the word low-voltage
Χαμηλή τάση
subjected to or capable of operating under relative low voltage
No synonyms found.
No antonyms found.
low-toned => χαμηλότονος, low-thoughted => Μικρόψυχος, low-tension => χαμηλή τάση, low-tech => χαμηλής τεχνολογίας, low-sudsing => Χαμηλής αφρισμού,