Greek Meaning of look after

φροντίζω

Other Greek words related to φροντίζω

Definitions and Meaning of look after in English

Wordnet

look after (v)

keep under careful scrutiny

FAQs About the word look after

φροντίζω

keep under careful scrutiny

Χορηγεί (σε),φροντίδα,θεραπεύω,πρόσεχε για,ανυπομονώ για,υπουργός (για),μητέρα,νοσοκόμα,βλέπω,φροντίζω

ξεχάσω,αμέλεια,ελαφρύ,βούρτσισμα (προς τα πλάγια ή προς τα έξω),παραβλέπω

look across => κοιτάζω πέρα, look => κοίτα, looing => κοιτάζοντας, loofah => Λούφα, loofa => Σφουγγαράκι,