FAQs About the word lolloping

χαλαρά

to proceed with a bounding or bobbing motion, loll

ανάκαμψη,οριοθέτηση,πήδημα,Καλπάζω,παρακάμπτω,σκίρτημα,άλμα,άλμα,χοροπηδάω,σκόνταμμα

βαρύς,αργός,βηματισμός

lolloped => κουνιόταν, lollapaloozas => lollapaloozas, lollapalooza => Λολλαπαλούζα, loiters => τριγυρνάω, loiterers => αλήτες,