FAQs About the word lim

λάιμ

A limb.

No synonyms found.

No antonyms found.

lilywort => εμεροκάληδες, lily-white => λευκό σαν κρίνο, lilyturf => Κρίνος, lily-of-the-valley tree => Κρίνος της κοιλάδας, lily-livered => Δειλός,