Greek Meaning of lifestyle
τρόπος ζωής
Other Greek words related to τρόπος ζωής
Nearest Words of lifestyle
- life-style => τρόπος ζωής
- life-support => Ανάνηψη
- life-support system => σύστημα υποστήριξης της ζωής
- life-sustaining => αναγκαίος για τη ζωή
- life-threatening => απειλητικό για τη ζωή
- lifetime => διάρκεια ζωής
- life-time => Δια βίου
- life-weary => Απογοητευμένος από τη ζωή
- lifework => έργο ζωής
- liflode => τρόπος ζωής
Definitions and Meaning of lifestyle in English
lifestyle (n)
a manner of living that reflects the person's values and attitudes
FAQs About the word lifestyle
τρόπος ζωής
a manner of living that reflects the person's values and attitudes
πολιτισμός,Πολιτισμός,ζωή,Κοινωνία,τελωνείο,Λαογραφία,κληρονομιά,κληρονομιά,Τρόποι,ηθη
No antonyms found.
lifestring => Νήμα της ζωής, lifespring => πηγή ζωής, lifespan => διάρκεια ζωής, lifesome => Ζωντανός, life-sized => Ζωής μεγέθους,