FAQs About the word large-mouthed

πλατύστομος

having a relatively large mouth

No synonyms found.

No antonyms found.

largemouth black bass => Μπας Μεγάλου Στόματος, largemouth bass => Μπας με μεγάλο στόμα, largemouth => Μπασομπούκα, large-minded => Ευρύχωρος, largely => σε μεγάλο βαθμό,