FAQs About the word lapfuls

γύροι

of Lapful

πόδι,στάδιο,ενδιάμεση στάση,Στάση

τρέχω,Ρεύμα,χύνω,κύλισμα

lapful => γόνος, lapelled => πέτο, lapel => πέτο, lapdog => κανακάρης, lapboard => γονατάκι,