FAQs About the word itemize

αναφέρω

specify individually, place on a list of itemsTo state in items, or by particulars; as, to itemize the cost of a railroad.

απαριθμώ,Απογραφή,λίστα,μετρώ,ελέγχω (μακριά),Σήμα,αριθμός,Αριθμητικός,σημειώστε (απενεργοποίηση)

γενικεύω

itemization => αντικείμενο, itemise => Λεπτομέρεια, itemisation => Κατάλογος αντικειμένων, iteming => στοιχείο, itemed => αναλυτικό,