Greek Meaning of interferant
παρεμβάλλουσα ουσία
Other Greek words related to παρεμβάλλουσα ουσία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of interferant
- interfascicular => διαδεσμιδικός
- interfaith => Διεθνοθρησκευτικός
- interfacial tension => επιφανειακή τάση
- interfacial surface tension => επιφανειακή τάση διεπαφής
- interfacial => διεπιφανειακός
- interface => Διεπαφή
- interestingness => ενδιαφέρον
- interestingly => ενδιαφέρον
- interesting => ενδιαφέρον
- interestedness => ενδιαφέρον
Definitions and Meaning of interferant in English
interferant (n.)
One of the contestants in interference before the Patent Office.
FAQs About the word interferant
παρεμβάλλουσα ουσία
One of the contestants in interference before the Patent Office.
No synonyms found.
No antonyms found.
interfascicular => διαδεσμιδικός, interfaith => Διεθνοθρησκευτικός, interfacial tension => επιφανειακή τάση, interfacial surface tension => επιφανειακή τάση διεπαφής, interfacial => διεπιφανειακός,