FAQs About the word insentience

αναισθησία

lacking consciousness or ability to perceive sensations

Αβίο,Αίσθητος,Αναίσθητος,αναίσθητος,άψυχο,ανόητος,αναίσθητος,Επιφανειακός λήθαργος,Αψυχος

ενήμερος,συνειδητός,συναίσθημα,ε разумный,ευαίσθητος,Αισθαντικό,κινούμενη εικόνα,συνειδητός,αισθητικός,κινούμενη

insensuous => αναίσθητο, insensitivity => Αναλγησία, insensitiveness => αναλγησία, insensitively => αναίσθητα, insensitive => αναίσθητος,