Greek Meaning of industrial air pollution
Βιομηχανική ατμοσφαιρική ρύπανση
Other Greek words related to Βιομηχανική ατμοσφαιρική ρύπανση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of industrial air pollution
- industrial arts => Τεχνικές τέχνες
- industrial bank => Βιομηχανική τράπεζα
- industrial disease => Επαγγελματική ασθένεια
- industrial engineering => βιομηχανική μηχανική
- industrial enterprise => Βιομηχανική επιχείρηση
- industrial loan company => βιομηχανική εταιρία δανείων
- industrial management => βιομηχανική διοίκηση
- industrial park => βιομηχανική περιοχή
- industrial plant => Βιομηχανική εγκατάσταση
- industrial process => βιομηχανική διαδικασία
Definitions and Meaning of industrial air pollution in English
industrial air pollution (n)
pollution resulting from an industrial plant discharging pollutants into the atmosphere
FAQs About the word industrial air pollution
Βιομηχανική ατμοσφαιρική ρύπανση
pollution resulting from an industrial plant discharging pollutants into the atmosphere
No synonyms found.
No antonyms found.
industrial => Βιομηχανικός, indusium => επιδερμίδα, indusiated => ντυμένος, indusiate => Επαγόμενης, indusial => indusium,