FAQs About the word increasingly

ολοένα και περισσότερο

advancing in amount or intensityMore and more.

Προοδευτικά,βαθμιαία,αργά,αυξανόμενα,κλασματικά,σταδιακά,ιεραρχικά,ανεπαίσθητα,ίντσα προς ίντσα,σιγά-σιγά

οξέως,μειούμενος,έντονα,απότομα,απότομα,βιαστικά,ξαφνικά,απότομα

increasing monotonic => Μονοτονικά αυξανόμενη (Increasing monotonic), increasing => αυξανόμενο, increaser => ενισχυτής, increasement => αύξηση, increaseful => αυξανόμενος,