Greek Meaning of housecraft
οικιακή οικονομία
Other Greek words related to οικιακή οικονομία
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of housecraft
- housecoat => ρόμπα
- housecleaning => καθάρισμα
- houseclean => καθαρισμός του σπιτιού
- housecarl => Χάουσκάρλ
- house-builder => Κατασκευαστής κατοικιών
- housebuilder => κατασκευαστής κατοικιών
- housebroken => Εκπαιδευμένος
- housebreaking => διάρρηξη
- housebreaker => ληστής
- housebreak => εκπαιδεύω στην καθαριότητα
- housed => στεγασμένος
- housedog => Σκύλος σπιτιού
- housefather => πατέρας της οικογενείας
- housefly => Οικιακή μύγα
- houseful => Γεμάτο σπίτι
- houseguest => καλεσμένος
- household => Νοικοκυριό
- household appliance => Οικιακές συσκευές
- household arts => Οικιακή οικονομία
- household linen => Είδη οικιακού εξοπλισμού
Definitions and Meaning of housecraft in English
housecraft (n)
skill in domestic management
FAQs About the word housecraft
οικιακή οικονομία
skill in domestic management
No synonyms found.
No antonyms found.
housecoat => ρόμπα, housecleaning => καθάρισμα, houseclean => καθαρισμός του σπιτιού, housecarl => Χάουσκάρλ, house-builder => Κατασκευαστής κατοικιών,