Greek Meaning of hotting (up)
θέρμανση (πάνω)
Other Greek words related to θέρμανση (πάνω)
Nearest Words of hotting (up)
Definitions and Meaning of hotting (up) in English
hotting (up)
to increase in intensity, pace, or excitement, to make (something) livelier, speedier, or more intense
FAQs About the word hotting (up)
θέρμανση (πάνω)
to increase in intensity, pace, or excitement, to make (something) livelier, speedier, or more intense
θέρμανση,θέρμανση,ψησίματος,Τόσταρ,καίγοντας,μαγείρεμα,υπερθέρμανση,επαναθέρμανση,επαναθέρμανση,το ψήσιμο
ανατριχιαστικός,ψύξη,ψύξη,κατάψυξη,γλάσο,γλάσο,Υπερψύξη
hottie => γκόμενος, hotted (up) => ζεστός, hotspots => σημεία με μεγάλη πυκνότητα, hotshots => hotshots, hots => ζεστός,