FAQs About the word hitchhike

οτοστόπ

travel by getting free rides from motorists

γλουτοί,εμπόδιο,απαγωγή,Αντίχειρας,αρπαγή αυτοκινήτου,απαγωγή,λαθρεπιβάτης

No antonyms found.

hitchel => χτένι για λινό, hitched => παντρεμένος, hitchcock => Χίτσκοκ, hitch up => ζεύω, hitch => εμπόδιο,