FAQs About the word herders

Ποιμένες

one that herds, a person who manages, breeds, or tends to livestock

Καουμπόηδες,βοσκοί,βοσκοί,Κτηνοτρόφοι,βοσκοί,Βοσκοί,Ποιμένες,λεφτά,Μπακέρους,Κάουγκερλ

No antonyms found.

herbs => βότανα, herbivores => Φυτοφάγα, heralds => προάγγελοι, heptathlon => έπταθλο, henchmen => Χαφιέδες,