Greek Meaning of heatstroke
Ηλίαση
Other Greek words related to Ηλίαση
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of heatstroke
- heat-seeking missile => Πύραυλος με υπέρυθρη καθοδήγηση
- heat-releasing => θερμοαποδεσμεύων
- heatless => χωρίς θερμότητα
- heatingly => με θέρμη
- heating system => σύστημα θέρμανσης
- heating plant => Λέβητας θέρμανσης
- heating pad => Μαξιλαράκι θερμότητας
- heating oil => Καύσιμο θέρμανσης
- heating element => Αντιστάθμιση
- heating => θέρμανση
Definitions and Meaning of heatstroke in English
heatstroke (n)
collapse caused by exposure to excessive heat
FAQs About the word heatstroke
Ηλίαση
collapse caused by exposure to excessive heat
No synonyms found.
No antonyms found.
heat-seeking missile => Πύραυλος με υπέρυθρη καθοδήγηση, heat-releasing => θερμοαποδεσμεύων, heatless => χωρίς θερμότητα, heatingly => με θέρμη, heating system => σύστημα θέρμανσης,