Greek Meaning of hardstem bulrush
Σίρπος ο λίμνιος
Other Greek words related to Σίρπος ο λίμνιος
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of hardstem bulrush
- hardspun => σκληρά κλωσμένο
- hard-skinned puffball => Επισπόριο το σκληρό
- hardship => δυσκολία
- hard-shelled => σκληρόφλουδο
- hard-shell crab => Καρκίνος με σκληρό κέλυφος
- hard-shell clam => Σκληρόστρακο κυδώνι
- hard-shell => σκληρό κέλυφος
- hardscrabble => σκληρός
- hards => σκληρός
- hard-pressed => υπό πίεση
Definitions and Meaning of hardstem bulrush in English
hardstem bulrush (n)
widely distributed North American sedge having rigid olive green stems
FAQs About the word hardstem bulrush
Σίρπος ο λίμνιος
widely distributed North American sedge having rigid olive green stems
No synonyms found.
No antonyms found.
hardspun => σκληρά κλωσμένο, hard-skinned puffball => Επισπόριο το σκληρό, hardship => δυσκολία, hard-shelled => σκληρόφλουδο, hard-shell crab => Καρκίνος με σκληρό κέλυφος,