FAQs About the word gunrunner

έμπορος όπλων

a smuggler of guns

Λαθρέμπορος,κογιότ,λαθρέμπορος,Ταχυδρόμος,μουλάρι,Δρομέας,λαθρέμπορος

No antonyms found.

gunroom => οπλοστάσιο, gunpowder plot => Συνωμοσία της πυρίτιδας, gunplay => ανταλλαγή πυρών., gunocracy => Διοίκηση με όπλα, gunnysack => τσουβάλι,