Greek Meaning of greenhouse gas
αέρια του θερμοκηπίου
Other Greek words related to αέρια του θερμοκηπίου
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of greenhouse gas
- greenhouse emission => εκπομπές αερίων θερμοκηπίου
- greenhouse effect => φαινόμενο του θερμοκηπίου
- greenhouse => Θερμοκήπιο
- greenhorn => νέος
- greenhood => Πράσινο καλσόν
- greenhead => πρασινοκέφαλη
- greengrocery => Οπωροπωλείο
- greengrocer => μανάβης
- greengill => Χλωροϊπνους
- greengage plum => Μπλε νταμάσκηνο
- greenhouse warming => Εφέ θερμοκηπίου
- greenhouse whitefly => Λευκή μύγα θερμοκηπίου
- greening => πρασίνισμα
- greenish => πρασινωπός
- greenish blue => Πρασινογάλαζο
- greenish yellow => Κιτρινοπράσινος
- greenish-brown => Ελαιοπράσινος
- greenish-gray => Πρασινωπό γκρι
- greenish-grey => Πρασινωπό γκρι
- greenishness => χλωμάδα
Definitions and Meaning of greenhouse gas in English
greenhouse gas (n)
a gas that contributes to the greenhouse effect by absorbing infrared radiation
FAQs About the word greenhouse gas
αέρια του θερμοκηπίου
a gas that contributes to the greenhouse effect by absorbing infrared radiation
No synonyms found.
No antonyms found.
greenhouse emission => εκπομπές αερίων θερμοκηπίου, greenhouse effect => φαινόμενο του θερμοκηπίου, greenhouse => Θερμοκήπιο, greenhorn => νέος, greenhood => Πράσινο καλσόν,