Greek Meaning of girds
ζώνει
Other Greek words related to ζώνει
- ταπεινώσεις
- προσβολές
- παραβάσεις
- εξοργίσεις
- σαρκασμοί
- χαστούκια
- Βελάκια
- ανασκαφές
- ονόματα
- προσωπικότητες
- προσβολές
- Επιθέσεις
- αγκάθια
- τούβλα
- Κοψίματα
- ασθένειες
- ντροπιάζει
- προσβάλλει
- επίθετα
- κοροϊδεύει
- παραβάσεις
- χτυπάει
- ντροπιάζει
- περιφρόνηση
- συκοφαντίες
- κοροϊδίες
- χλευασμοί
- Κακοποιεί
- σφυρίγματα
- κριτικές
- αποδοκιμασίες
- ατιμάζει
- ειρωνεία
- βρισιές
- τζιμπόμι
- χτυπάει
- Υπονόμευση
- Ετοιμόλογα
- χτυπά
- κοροϊδεύει
- σαρώνει
- βασανισμοί
- βασανιστήρια
- υβριστικά
Nearest Words of girds
Definitions and Meaning of girds in English
girds
to sneer at, to prepare for action, provide, equip, gibe, rail, to invest with the sword of knighthood, surround, a sarcastic remark, to prepare (oneself) for action, to provide especially with the sword of knighthood, to get ready (as for a fight), to make (something, such as clothing or a sword ) fast or secure (as with a cord or belt), to encircle or bind with a flexible band (such as a belt), to encircle or fasten with or as if with a belt or cord
FAQs About the word girds
ζώνει
to sneer at, to prepare for action, provide, equip, gibe, rail, to invest with the sword of knighthood, surround, a sarcastic remark, to prepare (oneself) for a
ταπεινώσεις,προσβολές,παραβάσεις,εξοργίσεις,σαρκασμοί,χαστούκια,Βελάκια,ανασκαφές,ονόματα,προσωπικότητες
συμπληρώματα,επαίνους,έπαινοι,εκδήλωση θαυμασμού,επαίνους,κολακείες,Απλόχειρο κρούσμα
girdles => ζώνες, girders => δοκοί, girandoles => πολυέλαιοι, gins => τζιν, gingerliness => επιφυλακτικότητα,