FAQs About the word girders

δοκοί

a horizontal main supporting beam, a horizontal main structural member (as in a building or bridge) that supports vertical loads and that consists of a single p

δοκοί,Σανίδες,εγκάρσιες δοκοί,Περίπτερα,Μπάρες,εισιτήρια,εγκάρσιες δοκοί,ράβδοι,πλάκες,λωρίδες

No antonyms found.

girandoles => πολυέλαιοι, gins => τζιν, gingerliness => επιφυλακτικότητα, gingering (up) => Ενθάρρυνση, gingered (up) => τζίντζερ (πάνω),