FAQs About the word gestational

εγκυμοσύνης

of or relating to gestation

γέννα,προγεννητικός,Που εκκολάπτει,έγκυος,γυναίκα σε τοκετό,έγκυος,μεγάλος,πιάστηκε,συλλαμβάνω,έγκυος

άγονο,στείρος,όχι έγκυος,Διακοπή (μαθημάτων),παραδόθηκε,αποβολή

gestation period => περίοδος κύησης, gestation => εγκυμοσύνη, gestate => μένω έγκυος, gestapo => Γκεστάπο, gestant => έγκυος,