FAQs About the word garmentmaker

υφασματεργάτης

a person who makes garments

No synonyms found.

No antonyms found.

garmented => ενδεδυμένος, garment worker => Εργάτης ενδυμάτων, garment industry => βιομηχανία ιματισμού, garment cutter => Κόφτης ενδυμάτων, garment bag => Θήκη για ρούχα,