FAQs About the word gangue

συμμορία

The mineral or earthy substance associated with metallic ore.

στρατός,Πλήρωμα,πάρτι,λόχος,ομάδα,Συγκρότημα,τάγμα,Ταξιαρχία,εταιρεία,Διμοιρία

ατομικιστής,Μοναχικός

gangster's moll => Η γκόμενα του γκάνγκστερ, gangster => γκάνγκστερ, gangsta => γκάγκστερ, gangsaw => Κορδελοπρίονο, gangrenous emphysema => Σφακελιακό εμφύσημα,