Greek Meaning of galvanization
γαλβανισμός
Other Greek words related to γαλβανισμός
Nearest Words of galvanization
- galvanist => Γαλβανιστής
- galvanism => Γαλβανισμός
- galvanising => γαλβανισμός
- galvaniser => γαλβανιστής
- galvanise => γαλβανίζω
- galvanisation => γαλβανισμός
- galvanic skin response => Γαλβανική απόκριση δέρματος
- galvanic pile => γαλβανικός σωρός
- galvanic cell => Γαλβανικός θάλαμος
- galvanic battery => Γαλβανικό στοιχείο
- galvanize => γαλβανίζω
- galvanized => γαλβανισμένο
- galvanized iron => γαλβανισμένος σίδηρος
- galvanizer => Γαλβανιστής
- galvanizing => γαλβανισμός
- galvanocaustic => γαλβανοκαυτηρίαση
- galvanocautery => Ηλεκτροκαυτηριασμός
- galvanoglyphy => Γαλβανογλυφία
- galvanograph => Γαλβανογράφος
- galvanographic => Γαλβανογραφικός
Definitions and Meaning of galvanization in English
galvanization (n)
stimulation with a galvanic current
stimulation that arouses a person to lively action
either the work of covering with metal by the use of a galvanic current or the coating of iron with zinc to protect it from rusting
galvanization (n.)
The act of process of galvanizing.
FAQs About the word galvanization
γαλβανισμός
stimulation with a galvanic current, stimulation that arouses a person to lively action, either the work of covering with metal by the use of a galvanic current
Ενθάρρυνση,κίνητρο,επαγωγή,διεγερτικό,ερέθισμα,Ανυπομονησία,παρακινώ,υποκίνηση,υποκίνηση,επαγωγή
δαμάζοντας
galvanist => Γαλβανιστής, galvanism => Γαλβανισμός, galvanising => γαλβανισμός, galvaniser => γαλβανιστής, galvanise => γαλβανίζω,