Greek Meaning of frieze
Ζωφόρος
Other Greek words related to Ζωφόρος
- Τόξο
- Αρχιτεκτόνημα
- Κεφάλαιο
- στήλη
- Κορνίζα
- στεφάνι
- -
- κίονας
- άξονας
- βάση
- σιδεράκια
- αγκύλη
- αντηρίδα
- Κονσόλα
- πλαίσιο
- δοκός
- τοποθετώ
- τοποθέτηση
- στήριγμα
- ενίσχυση
- Ακτή
- υποστύλωση
- σπιρούνι
- μένω
- υποστήριξη
- θεμέλιο
- ρουλεμάν
- μαξιλάρι
- Πατερίτσα
- εξέδρα
- πόδι
- θεμέλιο
- βάθρο
- καρφί
- πλατφόρμα
- βάση
- πόδιο
- ανάρτηση
- βήμα
- στάδιο
- μερίδιο
- στάση
- υποστύλωμα
- βήμα
- δοκός
Nearest Words of frieze
Definitions and Meaning of frieze in English
frieze (n)
an architectural ornament consisting of a horizontal sculptured band between the architrave and the cornice
a heavy woolen fabric with a long nap
frieze (n.)
That part of the entablature of an order which is between the architrave and cornice. It is a flat member or face, either uniform or broken by triglyphs, and often enriched with figures and other ornaments of sculpture.
Any sculptured or richly ornamented band in a building or, by extension, in rich pieces of furniture. See Illust. of Column.
A kind of coarse woolen cloth or stuff with a shaggy or tufted (friezed) nap on one side.
frieze (v. t.)
To make a nap on (cloth); to friz. See Friz, v. t., 2.
FAQs About the word frieze
Ζωφόρος
an architectural ornament consisting of a horizontal sculptured band between the architrave and the cornice, a heavy woolen fabric with a long napThat part of t
Τόξο,Αρχιτεκτόνημα,Κεφάλαιο,στήλη,Κορνίζα,στεφάνι,-,κίονας,άξονας,βάση
No antonyms found.
friesland => Φριζία, friesish => φρισιανά, friesic => φρισική, friesian => φρισική γλώσσα, friese => τηγανητές πατάτες,