Greek Meaning of face up (to)

αντιμετωπίζω (κάτι)

Other Greek words related to αντιμετωπίζω (κάτι)

Definitions and Meaning of face up (to) in English

face up (to)

to deal with (something bad or unpleasant) in a direct way

FAQs About the word face up (to)

αντιμετωπίζω (κάτι)

to deal with (something bad or unpleasant) in a direct way

γενναίος,Αντιμετωπίζω,τολμώ,Πρόσωπο,μπροστά,προσβολή,προσέγγιση,γενειάδα,θρασύς,πρόκληση

αποφεύγω,αποφεύγω,Πάπια,Ειδωλολατρία,αποφεύγω,παράκαμψη,ξεφεύγω,απόδραση,αποφεύγω,αποφεύγω

facades => προσόψεις, fabulousness => υπέροχοτητα, fabulists => μύθοι, fabrics => υφάσματα, fabrications => κατασκευές,