Greek Meaning of exegetic
ερμηνευτικός
Other Greek words related to ερμηνευτικός
Nearest Words of exegetic
- exegetical => Ερμηνευτικός
- exegetics => ερμηνευτική
- exegetist => εξηγητής
- exemplar => παράδειγμα
- exemplarily => υποδειγματικά
- exemplariness => Παραδειγματικότητα
- exemplarity => Υποδειγματικότητα
- exemplary => ενδεικτικό
- exemplary damages => αποζημιώσεις για ηθική βλάβη
- exemplifiable => παραδειγματιστό
Definitions and Meaning of exegetic in English
exegetic (a)
relating to exegesis
exegetic (a.)
Alt. of Exegetical
FAQs About the word exegetic
ερμηνευτικός
relating to exegesisAlt. of Exegetical
Αναλυτικός,εικονογραφικός,ερμηνευτικός,Ερμηνευτικός,αναλυτικός,επεξηγηματικός,επεξηγηματικός,επεξηγηματικός,εκθετικός,επεξηγηματικός
No antonyms found.
exegete => ερμηνευτής, exegesis => ερμηνεία, exegeses => Εξηγήσεις, exedrae => Εξέδρα, exedra => εξεδρα,