FAQs About the word illuminative

φωτιστικός

Tending to illuminate or illustrate; throwing light; illustrative.

Αναλυτικός,επεξηγηματικός,εικονογραφικός,ερμηνευτικός,Ερμηνευτικός,αναλυτικός,επεξηγηματικός,ερμηνευτικός,Ερμηνευτικός,επεξηγηματικός

No antonyms found.

illuminatism => Φωτισμός, illumination unit => φωτιστική μονάδα, illumination => φωτισμός, illuminating => φωτιστικός, illuminati => Φωτεινοί,