Greek Meaning of entwines
περιπλέκονται
Other Greek words related to περιπλέκονται
Nearest Words of entwines
Definitions and Meaning of entwines in English
entwines
to become twisted or twined, to twine together or around
FAQs About the word entwines
περιπλέκονται
to become twisted or twined, to twine together or around
υφάσματα,αναμειγνύει,πλέκει,συμπλέκεται,διαπλέκει,στρώσεις,στροφές,ασφάλειες,ενώνεται,κορδόνια
ξεμπλέκει,ξετυλίγεται,ξεμπλέκει,χαλαρώνει,ξετυλίγει
entwined => μπλεγμένος, entryways => είσοδοι, entry-level => αρχικού επιπέδου, entrustment => εμπιστοσύνη, entrusting => εμπιστευμένος,