Greek Meaning of encyst

εγκυστωθεί

Other Greek words related to εγκυστωθεί

Definitions and Meaning of encyst in English

Webster

encyst (v. t.)

To inclose in a cyst.

FAQs About the word encyst

εγκυστωθεί

To inclose in a cyst.

πανοπλία,Κούκουλο,εγκλωβίζω,εγκαψυλώνω,περικυκλώνω,περιβάλλει,δεμένος,περιγράφω,περιορίζω,περιλαμβάνω

No antonyms found.

encyclopedist => εγκυκλοπαιδιστής, encyclopedism => εγκυκλοπαιδισμός, encyclopedical => εγκυκλοπαιδικός, encyclopedic => εγκυκλοπαιδικός, encyclopedian => εγκυκλοπαιδικός,