Greek Meaning of east-insular
ανατολικο-νησιωτικός
Other Greek words related to ανατολικο-νησιωτικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of east-insular
- easting => Ανατολή
- eastertide => Πάσχα
- easternmost => ανατολικότερος
- easterner => ανατολίτης
- eastern woodrat => Ανατολικό δεντρόπλυνο
- eastern white pine => πεύκη η στροβιλόφρακτος
- eastern united states => Οι ανατολικές Ηνωμένες Πολιτείες
- eastern turki => ανατολική Τουρκία
- eastern time => Ανατολική ώρα
- eastern standard time => Ανατολική ζώνη ώρας
Definitions and Meaning of east-insular in English
east-insular (a.)
Relating to the Eastern Islands; East Indian.
FAQs About the word east-insular
ανατολικο-νησιωτικός
Relating to the Eastern Islands; East Indian.
No synonyms found.
No antonyms found.
easting => Ανατολή, eastertide => Πάσχα, easternmost => ανατολικότερος, easterner => ανατολίτης, eastern woodrat => Ανατολικό δεντρόπλυνο,