FAQs About the word dulciloquy

γλυκόλογα

A soft manner of speaking.

No synonyms found.

No antonyms found.

dulcifying => γλυκαντικός, dulcify => γλυκαίνω, dulcifluous => μελωδικός, dulcified => γλυκανθεί, dulcification => γλύκανση,