FAQs About the word driller

τρυπάνι

One who, or that which, drills.

σύμβουλος,Εκπαιδευτής,Εκπαιδευτής,δάσκαλος,σύμβουλος,προπονητής,σύμβουλος,σύμβουλος,οδηγός,Χειριστής

No antonyms found.

drilled => τρυπημένος, drill steel => τρυπάνι, drill site => Χώρος γεώτρησης, drill rod => Τρυπάνι, drill rig => εξέδρα άντλησης πετρελαίου,