FAQs About the word drawable

σχεδιάσιμο

Capable of being drawn.

εικόνα,σκίτσο,Σκίτσο,Μελάνι,περίγραμμα,μολύβι,γελοιογραφία,Κηρομπογιά,το προφίλ,Γρατσουνούμε

οδήγηση,σπρώχνω,προωθώ,ώθηση,ώθηση

draw up => συντάσσειν, draw together => συγκεντρώνομαι, draw the line => να βάλεις τα όρια, draw rein => τραβάμε τα ηνία, draw poker => πόκερ κλειστό,