FAQs About the word drawbolt

μάνταλο

A coupling pin. See under Coupling.

No synonyms found.

No antonyms found.

drawbench => Σχάρα σιδεράδων, drawbar => ράβδος έλξης, drawback => μειονέκτημα, drawable => σχεδιάσιμο, draw up => συντάσσειν,