FAQs About the word diviners

μάντεις

a person who practices divination, a person who divines the location of water or minerals

οι μετεωρολόγοι,μυστικιστές,μάντεις,Προφήτες,μάντεις,Σίβυλλες,μαντείς,οιωνιστές,προφήτες,μάντεις

No antonyms found.

divinations => μαντείες, divides => χωρίζει, dividends => μέρισμα, divests => εκποιεί, dives (in) => βουτάει (σε),