Greek Meaning of dictum
ρητό
Other Greek words related to ρητό
- Αξίωμα
- βάση
- δόγμα
- νόμος
- ρήση
- αρχή
- Κανόνας
- υπόθεση
- πίστη
- υπαγορεύω
- δόγμα
- δεδομένος
- Ευαγγέλιο
- υποθετικός
- αξίωμα
- κανόνας
- προκείμενη
- προκήρυξη
- υπόθεση
- Προϋπόθεση
- πρότυπο
- υπόθεση
- αρχή
- αλήθεια
- αλήθεια
- επιβεβαίωση
- Ισχυρισμός
- Κανόνας
- Συμπέρασμα
- δήλωση
- έκπτωση
- θεμέλιο
- έδαφος
- Υπόθεση
- εάν
- συμπερασμα
- ο ίδιος ο είπε
- Πρόταση
- Θεωρία
- πτυχιακή διατριβή
Nearest Words of dictum
Definitions and Meaning of dictum in English
dictum (n)
an authoritative declaration
an opinion voiced by a judge on a point of law not directly bearing on the case in question and therefore not binding
dictum (n.)
An authoritative statement; a dogmatic saying; an apothegm.
A judicial opinion expressed by judges on points that do not necessarily arise in the case, and are not involved in it.
The report of a judgment made by one of the judges who has given it.
An arbitrament or award.
FAQs About the word dictum
ρητό
an authoritative declaration, an opinion voiced by a judge on a point of law not directly bearing on the case in question and therefore not bindingAn authoritat
Αξίωμα,βάση,δόγμα,νόμος,ρήση,αρχή,Κανόνας,υπόθεση,πίστη,υπαγορεύω
No antonyms found.
dictostylium => δικτυοστελίο, dictograph => ηχογράφηση, dictionary entry => Εγγραφή λεξικού, dictionary definition => Λεξικογραφικός ορισμός, dictionary => λεξικό,