Greek Meaning of diabley
διαβολικός
Other Greek words related to διαβολικός
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of diabley
- diablerie => δαιμονισμός
- diabetical => διαβητικός
- diabetic retinopathy => Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια
- diabetic diet => Διαβητική δίαιτα
- diabetic coma => Διαβητικό κώμα
- diabetic acidosis => Διαβητική οξέωση
- diabetic => διαβητικός
- diabetes mellitus => διαβήτης
- diabetes insipidus => Διαβήτης άναυρος
- diabetes => Διαβήτης
Definitions and Meaning of diabley in English
diabley (n.)
Devilry; sorcery or incantation; a diabolical deed; mischief.
FAQs About the word diabley
διαβολικός
Devilry; sorcery or incantation; a diabolical deed; mischief.
No synonyms found.
No antonyms found.
diablerie => δαιμονισμός, diabetical => διαβητικός, diabetic retinopathy => Διαβητική αμφιβληστροειδοπάθεια, diabetic diet => Διαβητική δίαιτα, diabetic coma => Διαβητικό κώμα,