FAQs About the word desulphuration

αποθείωση

The act or process of depriving of sulphur.

No synonyms found.

No antonyms found.

desulphurating => Αποθείωση, desulphurated => αποθειωμένο, desulphurate => αποθειώνω, desulfurize => αποθείωση, desuetude => αχρησία,