FAQs About the word deodorant

αποσμητικό

a toiletry applied to the skin in order to mask unpleasant odorsA deodorizer.

No synonyms found.

No antonyms found.

deodate => Δεοδάτος, deodar cedar => Κέδρος του Ιμαλαΐου, deodar => Κέδρος του Ιμαλάια, deodand => αποσυναγωγή, deobstruent => αποφρακτικό,