FAQs About the word deodate

Δεοδάτος

A gift or offering to God.

No synonyms found.

No antonyms found.

deodar cedar => Κέδρος του Ιμαλαΐου, deodar => Κέδρος του Ιμαλάια, deodand => αποσυναγωγή, deobstruent => αποφρακτικό, deobstruct => καθαρισμός εμποδίων,