Greek Meaning of defensibleness
δυνατότητα υπεράσπισης
Other Greek words related to δυνατότητα υπεράσπισης
No Synonyms and anytonyms found
Nearest Words of defensibleness
- defensible => αμυντικός
- defensibility => δυνατότητα υπεράσπισης
- defenser => αμυντικός
- defenselessness => ανυπεράσπιστοι
- defenselessly => ανυπεράσπιστα
- defenseless => ανυπεράσπιστος
- defense technical information center => Κέντρο Τεχνικών Πληροφοριών Άμυνας
- defense team => Ομάδα υπεράσπισης
- defense system => Σύστημα άμυνας
- defense secretary => υπουργός άμυνας
Definitions and Meaning of defensibleness in English
defensibleness (n.)
Capability of being defended; defensibility.
FAQs About the word defensibleness
δυνατότητα υπεράσπισης
Capability of being defended; defensibility.
No synonyms found.
No antonyms found.
defensible => αμυντικός, defensibility => δυνατότητα υπεράσπισης, defenser => αμυντικός, defenselessness => ανυπεράσπιστοι, defenselessly => ανυπεράσπιστα,