Greek Meaning of defacer
παραμορφωτής
Other Greek words related to παραμορφωτής
Nearest Words of defacer
Definitions and Meaning of defacer in English
defacer (n.)
One who, or that which, defaces or disfigures.
FAQs About the word defacer
παραμορφωτής
One who, or that which, defaces or disfigures.
Βάνδαλος,αντιτορπιλικό,κατεδαφιστής,αρπακτικό,Βεβηλωτής.,Βεβηλωτής,βεβηλωτής,Γκραφιτάς,ληστής,Ληστευτής
Συντηρητικό,προστάτης,σωτήρας,Συντηρητής,συντηρητικός,συντηρητής
defacement => βανδαλισμός, defaced => παραμορφωμένος, deface => Αμαύρωσι, deev => διάβολος, deesis => Δέησις,